- 2015
H συνήθεια να λάμπεις μες στον καθρέφτη των ανέμων, γύρη στα μάτια μου, κι έσπαζα τα λαρύγγια τ’ ουρανού να σε φωνάζω. Kάποτε λύγισε σε στάχτη ο καιρός κι έγινες από πένθιμο σακάκι χειρότερος: Απ’ το μανίκι σου γλιστρούν πρησμένοι αστερισμοί κι έγκυες θάλασσες
μα δεν με νοιάζει πια.
Αφού Θεός δεν είσαι.
Και με πόσο μέλι πια ν’ αλείψω τα κατράμια.
Έρως αρόδο, Κουκούτσι, 2015