Ομόνοια

Όλα τα αδέσποτα γατιά του ονείρου μου
2021

Στους πολυέλαιους της νύχτας ξαναρχίζω

(Νίκος-Αλέξης Ασλάνογλου, Φως του Σεπτέμβρη)

 

 

το δωμάτιο ήταν μικρό

και το ξενοδοχείο

δευτέρας διαλογής

μα το εκλεκτό το γούστο αφήσανε

και την ανατροφή τους

κατά μέρος

 

να συστηθούν βεβαίως

ούτε λόγος

πόσο μετράνε τα ονόματα στα ποιήματα

όταν δυο άνθρωποι

δεν έχουνε ψωμί να φάνε;

 

πρώτα η λαχτάρα τους

τους χάραξε τα χείλη

ένα μισάνοιχτο κοπίδι του καθένα

 

ύστερα η πείνα

τους χτύπησε στα γόνατα

μια επίκυψη αυτών που σέβονται το λίγο

και χαμηλώνουν το κεφάλι τους στο πιάτο  

 

τέλος

απλώθηκε λιμός  

κόκκινος 

μες στο στήθος

κι απ’ τη φωτιά του παραφρόνησαν  

οι μηχανές στα σωθικά

 

τόσο που άρχισαν να βγάζουν ρούχα

και το δωμάτιο ν’ αρπάζει και να καίει

δέρμα καλό κι αψύ βερνίκι

και βγάζαν κι όλο βγάζανε

μέχρις που μείνανε γυμνοί  

μα έτσι καταπληγμένοι που ήτανε  

ξεχάστηκαν  

 

και βγάζανε

και βγάζανε

κι ακόμα βγάζαν

 

ώσπου

απέμειναν δυο σκελετοί

 

έξω στον δρόμο

η νύχτα ακίνητη 

έκανε κρούστα

 

όταν την έσπασες με το κουτάλι σου

είδα φλεγόμενο το χάος

τα κόκαλα χιλιάδων εραστών

και την πλατεία

 

κάπου ανάμεσα κι εμείς

δυο μονιασμένα αγκαλιάσματα

στ’ αζήτητα

 

και δεν ξαναβρεθήκαμε 

ποτέ  

 

το δωμάτιο ήταν μικρό

και το ξενοδοχείο

δευτέρας διαλογής

μα το εκλεκτό το γούστο αφήσανε

και την ανατροφή τους

κατά μέρος

 

να συστηθούν βεβαίως

ούτε λόγος

πόσο μετράνε τα ονόματα στα ποιήματα

όταν δυο άνθρωποι

δεν έχουνε ψωμί να φάνε;

 

πρώτα η λαχτάρα τους

τους χάραξε τα χείλη

ένα μισάνοιχτο κοπίδι του καθένα

 

ύστερα η πείνα

τους χτύπησε στα γόνατα

μια επίκυψη αυτών που σέβονται το λίγο

και χαμηλώνουν το κεφάλι τους στο πιάτο  

 

τέλος

απλώθηκε λιμός  

κόκκινος 

μες στο στήθος

κι απ’ τη φωτιά του παραφρόνησαν  

οι μηχανές στα σωθικά

 

τόσο που άρχισαν να βγάζουν ρούχα

και το δωμάτιο ν’ αρπάζει και να καίει

δέρμα καλό κι αψύ βερνίκι

και βγάζαν κι όλο βγάζανε

μέχρις που μείνανε γυμνοί  

μα έτσι καταπληγμένοι που ήτανε  

ξεχάστηκαν  

 

και βγάζανε

και βγάζανε

κι ακόμα βγάζαν

 

ώσπου

απέμειναν δυο σκελετοί

 

έξω στον δρόμο

η νύχτα ακίνητη 

έκανε κρούστα

 

όταν την έσπασες με το κουτάλι σου

είδα φλεγόμενο το χάος

τα κόκαλα χιλιάδων εραστών

και την πλατεία

 

κάπου ανάμεσα κι εμείς

δυο μονιασμένα αγκαλιάσματα

στ’ αζήτητα

 

και δεν ξαναβρεθήκαμε 

ποτέ  

 

     Όλα τα αδέσποτα γατιά του ονείρου μου, Μικρή Άρκτος, 2021

 

 

Περισσότερα από τον/την Φιλντίσης Νίκος

Με την ευγενική υποστήριξη:
ΙΔΡΥΜΑ ΙΩΑΝΝΟΥ Φ. ΚΩΣΤΟΠΟΥΛΟΥ

©2015-2024 poets.gr |

Επιμέλεια: Μάνια Μεζίτη

poets.gr

Χρονολογικά

Αλφαβητικά