- 1983
Λυγίζουν οι ελπίδες καθώς με μασάει ο καιρός
κι αλυσίδες με τεντώνουν κάθε φορά που αλλάζω ζωή.
Ξετυλίγω τα όνειρά μου με την ίδια περιορισμένη λαχτάρα
-όπου κι αν φτάσω το ίδιο φιλί μας πνίγει.
Ύστερα ανάβοντας τα φώτα ο εφιάλτης μπαίνει
απ' τ' αυτιά
κι απ' τη μύτη και κολυμπάει μες στο αίμα μας.
Η πλήξη και ο δημοκρατικός συγκεντρωτισμός
με τυλίγουν ακόμα κι όταν ονειρεύομαι.
Αυταπάτες κι αισιοδοξίες που με βιάση οι απατεώνες πλασάρουν
μας ξεγελούν, σέρνονται στα λαρύγγια των προδοτών οι γαλιφιές,
το πλοίο με την ευτυχία στ' αμπάρια βαραίνει,
οι διηγήσεις των ακρωτηριασμένων τέρπουν πολλούς Έλληνες
κι οι εχθροί μας αντί να μας ενώσουν μας χωρίζουν.
Οι μέρες δροσίζουν.
Το σοσιαλιστικό όνειρο πλανιέται στις πλατείες
κι όλα σε φέρνουν κοντά στις μάζες,
αλλά λυγίζεις καθώς οι χυδαίοι σε σπρώχνουν στη θάλασσα,
καθώς οι στεναγμοί των απελπισμένων σε ματώνουν.
Ξετυλίγω τ' όνειρο με την ίδια περιορισμένη λαχτάρα
και σκαλίζοντας συχνά με το μουσούδι μου τον πολιτισμό
αρνούμαι να κοιτάξω άλλο τον εαυτό μου.
Οι μέρες δροσίζουν κι η ευτυχία θα ερχόταν
αν προλάβαινα να ξεχάσω.
Ο δράκος του μεσημεριού, Ύψιλον, 1983
Περισσότερα από τον/την Βέης Γιώργος
-
Ο δράκος του μεσημεριού